20/2/11

Απεργοσπάστης

Λοιπόν, τις Κυριακές δε συνηθίζω να είμαι παραγωγική. Όχι γιατί με πιάνει η γνωστή κατάθλιψη νέα-βδομάδα-ξεκινά κτλ αλλά γιατί, ενώ κάποτε ήταν η αγαπημένη μου μέρα, μου την πήραν, την άρπαξαν ύπουλα και άκαρδα, την τσαλάκωσαν, την έκαναν μια άμορφη μάζα και μου την πέταξαν πίσω, να 'χω να παίζω. Ναι, αλήθεια. Γιατί τούτη η μέρα για μένα ήταν η πιο ελεύθερη. Όλη τη βδομάδα τρέχω από εδώ, τρέχω από εκεί, το Σάββατο τρέχω παραπέρα. Για να μην μπω στην κλισέ συζήτηση για το σαββατόβραδο. Ακόμα και ο έρωτας μου με την Πέμπτη μου τελείωσε. Και δεν έγινε καν αγάπη. Τί μας μένει λοιπόν;; Η Κυριακή. Ήσυχη, ανεξάρτητη, χωρίς υποχρεώσεις. Σου δίνει το ελεύθερο να καθήσεις όλη μέρα στο κρεβάτι, να τελειώσεις και δύο βιβλία, να ακούσεις όση dream pop και post θες, να λύσεις sudoku, αν σου τη βαρέσει να πας σινεμά με τη πυτζάμα και το παλτό, να φας και δεύτερο κομμάτι τούρτα. Κανείς δε θα σου πει τίποτα. Γιατί είναι Κυριακή. Γιατί μπορείς. Αλλά δεν! Δεν μπορείς! Εγώ, δηλαδή. Δε μπορώ. Ό, τι προλάβω, μέχρι τις 6 γιατί μετά με χρειάζονται. Είναι βλέπεις και κόσμος που την Κυριακή του τη θέλει έξαλλη και αλκοολική. Δεκτό, το σέβομαι. Εχω αποδεχτεί το γεγονός και αρκούμαι σε λίγη, εσωτερική γκρίνια. Μεγάλη καρδιά σου λέω!
Τέλος πάντων, για να μη τα πολυλογώ, η ουσία είναι ότι τις Κυριακές απεργώ.( Μέχρι τις 6, μη ξεχνιόμαστε.) Θέλω το χρόνο μου, βρε παιδί μου και 'γω, να κλείσω τις πληγές του σκληρού σαββατου, να βάλω τις κρέμες μου, να αρωματιστώ, να βρω τις λέξεις που έχω χάσει, να χτίσω νέες σκέψεις, να θέσω τους εβδομαδιαίους, ανεκπλήρωτους στόχους μου. Μαγικούς και ανεκπλήρωτους. Να, όμως, που σε αυτό ακριβώς το σημείο συγκρούεται η ηθική με το συναίσθημα.Είναι που είναι η απεργία μου μισερή έρχεται και ο αντίλαλος ενός σαββατου αλλιώτικου και μου διαλύει τον αγώνα, σπάει το κίνημα. Γιατί κάποια σάββατα δεν είναι σκληρά, ούτε έντονα. Είναι τόσο αναπάντεχα γλυκά που συνεχίζουν να ακούγονται και την Κυριακή. Όσα κομμάτια τούρτα και αν έφαγα, όσο gybe και αν άκουσα , ακόμα ακούγεται από κάπου στο βάθος εκείνο το ωραίο κομμάτι από χθες, οι σοφίες του καναπέως (sic), τα χαζά ανέκδοτα και το ρακόμελο να βράζει. Γιατί, καλός και ο Truffaut αλλά, τελικά, και λίγο Anderson δε βλάπτει. Απλά, λιτά και απέριττα. Έτσι είναι αυτά. Οι ταμπέλες είναι για να κατεβαίνουν και τα Σάββατα για νας μας ξαφνιάζουν. Σα μια ξανθιά γκόμενα που ανοίγεις τη τσάντα Barbie της και αντί για lip gloss βρίσκεις το "Μέγα Ανατολικό".
Και όπως είπε και χθες η παρέα μου : Η Αθήνα είναι μια ετεροχρονισμένη παρτούζα! Άσχετο αλλά ζήλεψα και ήθελα οπωσδήποτε να το πω και 'γω! Πάω τώρα. Είπαμε, εμένα η Κυριακή μου τελειώνει στις 6. Χωρίς γκρίνια σήμερα!

18/2/11

πριν το κλείσιμο

Κοιτάζοντας τους ανθρώπους να κάθονται στη μπάρα, να μιλούν, να πίνουν, να τρώνε αμύγδαλα, μου έρχονται στο μυαλό  τα οικογενειακά τσιμπούσια. Έτσι πάλι, καθισμένοι όλοι γύρω από το μεγάλο τραπέζι ,τρώνε, πίνουν, φωνάζουν, χασκογελούν. Πάντα, κάποιος πίνει παραπάνω, κάποιοι τσακώνονται για πολιτική, άλλος νυστάζει και θέλει να φύγει , μα δε τον αφήνουν , άλλοι χορεύουν, άλλοι γρινιάζουν γιατί ο πατέρας μου κόβει όλα τα τραγούδια στη μέση, κάποιοι κάθονται στον καναπέ και μιλούν συνωμοτικά (πάντα μ'άρεσε να κρυφακούω) και η οικοδέσποινα, όρθια,  τρέχει από δω και από κει. Να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι. Περίεργα πράγματα. Βγαίνουμε έξω από το σπίτι να "ξεσκάσουμε" και αναπαράγουμε τα ίδια μοτίβα που αφήσαμε μέσα. "Τι τα θες", ακούγεται η φωνή του Dj και αμέσως πετάγομαι. Δεν απευθυνόταν σε μένα. "Τι τα θες", επαναλαμβάνω αυτόματα και αφηρημένα. Γυρίζω, πάλι, προς τον κόσμο. Ακούγεται Tom Barman και όλοι υποκρίνονται τους θλιμμένους. Ξέρεις τώρα, έχουν μπει στο mood του κομματιού. Στοιχηματίζω όλα μου τα tips ότι αν μετά τους έβαζες Madonna θα χόρευαν σα τρελοί. O Dj γελάει αλλά βάζει Waits. Κανένας αιφνιδιασμός. Γυρίζω, προς τα ποτά. Τόσο καιρό εδώ μέσα, θα μπορούσα να σου πω μια ιστορία ξεχωριστή για το καθένα. Δε το κάνω, όμως, γιατί κάποιος διακόπτει τη σκέψη μου. Διψάει. Θέλει νερό. Και,  αφού έσωσα έναν άνθρωπο από σίγουρη αφυδάτωση, βγαίνω έξω.  Όπως τότε, στα τσιμπούσια, που κλεινόμουν στο δωμάτιο των γονιών μου και έβαζα να δω τη σκηνή στην έρημο, από τη ταινία για τους Doors. Tυχαία, ακούγεται από μέσα το "Soft Parade". Κοιτάζω το άδειο στενό, κάνω μια τελευταία τζούρα και καταλήγω ότι, όσο και αν γκρίνιαζα, κατά βάθος πάντα την έβρισκα με τις οικογενειακές γιορτές. 

13/2/11

Solaris

Χαμός γίνεται! Όλα και όλοι ταρακουνιούνται λες και γίνεται μόνιμα σεισμός 52 ρίχτερ. Ασταμάτητα όμως! Μετανάστες, Μουμπάρακ, Μάγερς, εξεγερμένοι, απεργίες, συνταξιούχοι, Κερατέα, άνεργοι, γιατροί, φοιτητές, απεργοί και πάει λέγοντας. Ήθελα να ανεβάσω ένα ποστ για τη ζωή με το ποδήλατο στην Αθήνα ή για ένα τέλειο κυριακάτικο live από τους Band of Holy Joy ή για κάποιο επερχόμενο ταξίδι, ακόμα και για το πώς ένας Ιταλός ταξιδεύει στην Ελλάδα να βρει το σοφό Διονύσιο και για μια Ελληνίδα στην Τουρκία. Όλα ακούγονται φάλτσα. Εδώ ο κόσμος καίγεται και εσύ πίνεις ρακόμελα και χορεύεις "Θωρακισμένη Mercendes". Συζητώντας, πάντα, για το αντάρτικο πόλεων, το παραεμπόριο, το Ντεμπόρ, το Νετσάγιεφ. Μετά, πάλι, η συζήτηση αλλάζει. Λονδίνο, Βαρκελώνη, Portishead , συναυλίες, εκθέσεις, σεξ, χρήματα, άρθρα, pilates,θέατρα, ποτά, Giardini di Miro, Καπλάνογλου, Wenders.  Και ύστερα, πάλι πίσω, Αίγυπτος, Ισραήλ, Λάρισα. Αισθάνομαι ότι βρίσκομαι μέσα σε ένα κυκλώνα και πλέκω καπελάκια για το καλοκαίρι. Έχω σαστίσει. Εδώ ο κόσμος καίγεται και εγώ γράφω γράμματα στη Δανία και αγχώνομαι για τη Σουηδία. Μια σύντομη λάμψη σκάει στο κεφάλι μου: να γραφτώ στη Green Peace(!), στη Διεθνή Αμνηστία(!), να πάρω το δίκανο; Θα πάω cinema.Τέτοια είμαι, δε το αρνούμαι. Μακάρι να μπορούσα (να το αρνηθώ). Οι καρτέλες στον υπολογιστή σε σειρά: συναυλίες, πορεία αλληλεγγύης, έκθεση φωτογραφίας, πάρτυ,  applications,εκλογές, απεργίες. Πλήρης ενημέρωση, δε λέω (και πού γεννάται η συνείδηση λοιπόν;;). Ο υπολογιστής κλείνει. Ανοίγει ένα βιβλίο. Άλλος κόσμος. Μετά κλείνει και αυτό, ανοίγει η σκέψη, έρχονται οι τύψεις (γενικές και ακαθόριστες) αλλά τα μάτια κλείνουν. Και όταν ανοίγουν η ίδια διαδικασία. Αντίστροφα.

3/2/11

Παράρτημα

"Οι συστάσεις είναι σαν τα συλλυπητήρια, τυποποιημένα μουρμουρίσματα // Ο αναστεναγμός είναι η πορδή της ψυχής // Ο καιρός περνούσε και γερνούσα κι οι μέρες κυλούσαν και μετατρέπονταν σε ημερομηνίες και τα χρόνια μετατρέπονταν σε επετείους."