Κοιτάζοντας τους ανθρώπους να κάθονται στη μπάρα, να μιλούν, να πίνουν, να τρώνε αμύγδαλα, μου έρχονται στο μυαλό τα οικογενειακά τσιμπούσια. Έτσι πάλι, καθισμένοι όλοι γύρω από το μεγάλο τραπέζι ,τρώνε, πίνουν, φωνάζουν, χασκογελούν. Πάντα, κάποιος πίνει παραπάνω, κάποιοι τσακώνονται για πολιτική, άλλος νυστάζει και θέλει να φύγει , μα δε τον αφήνουν , άλλοι χορεύουν, άλλοι γρινιάζουν γιατί ο πατέρας μου κόβει όλα τα τραγούδια στη μέση, κάποιοι κάθονται στον καναπέ και μιλούν συνωμοτικά (πάντα μ'άρεσε να κρυφακούω) και η οικοδέσποινα, όρθια, τρέχει από δω και από κει. Να μείνουν όλοι ευχαριστημένοι. Περίεργα πράγματα. Βγαίνουμε έξω από το σπίτι να "ξεσκάσουμε" και αναπαράγουμε τα ίδια μοτίβα που αφήσαμε μέσα. "Τι τα θες", ακούγεται η φωνή του Dj και αμέσως πετάγομαι. Δεν απευθυνόταν σε μένα. "Τι τα θες", επαναλαμβάνω αυτόματα και αφηρημένα. Γυρίζω, πάλι, προς τον κόσμο. Ακούγεται Tom Barman και όλοι υποκρίνονται τους θλιμμένους. Ξέρεις τώρα, έχουν μπει στο mood του κομματιού. Στοιχηματίζω όλα μου τα tips ότι αν μετά τους έβαζες Madonna θα χόρευαν σα τρελοί. O Dj γελάει αλλά βάζει Waits. Κανένας αιφνιδιασμός. Γυρίζω, προς τα ποτά. Τόσο καιρό εδώ μέσα, θα μπορούσα να σου πω μια ιστορία ξεχωριστή για το καθένα. Δε το κάνω, όμως, γιατί κάποιος διακόπτει τη σκέψη μου. Διψάει. Θέλει νερό. Και, αφού έσωσα έναν άνθρωπο από σίγουρη αφυδάτωση, βγαίνω έξω. Όπως τότε, στα τσιμπούσια, που κλεινόμουν στο δωμάτιο των γονιών μου και έβαζα να δω τη σκηνή στην έρημο, από τη ταινία για τους Doors. Tυχαία, ακούγεται από μέσα το "Soft Parade". Κοιτάζω το άδειο στενό, κάνω μια τελευταία τζούρα και καταλήγω ότι, όσο και αν γκρίνιαζα, κατά βάθος πάντα την έβρισκα με τις οικογενειακές γιορτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
your smoke in my face